Όταν ο ΕΛΑΣ έχανε τη Μάχη των Δεκεμβριανών, προέβη στο τελευταίο του έγκλημα. Οδήγησε στην ομηρία, ποδαρόδρομο μέσα στον χειμώνα, χιλιάδες Αθηναίους κάθε ηληκίας, άνδρες, γυναίκες και παιδιά, μέχρι τη Δωρίδα, τα Τρίκαλα και τη Λάρισα. Ειδικά σκληρή μεταχείρηση επεφυλάχθηκε σε μερικές εκατοντάδες «προσωπικότητες» της Αθήνας με βασανιστήρια, μεμονωμένες δολοφονίες καθ οδόν και 2 μαζικές δολοφονίες.
Λεπτομέρειες στο κατωτέρω άρθρο.
«Η ΦΑΛΑΓΓΑ ΤΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΩΝ»
του Χρήστου Δ. Βήττου
Το Δεκεμβριανό Κίνημα του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ του 1944 προξένησε στην Ελλάδα περισσότερα θύματα από τον Ελληνοϊταλικό πόλεμο, σύμφωνα με την εκτίμηση του καθηγητή και ακαδημαϊκού Άγγελου Αγγελόπουλου (εφ. Βήμα της Κυριακής 4/12/1994), ο οποίος είχε διατελέσει και υπουργός του ΕΑΜ. Συγκεκριμένα, ενώ στο Αλβανικό μέτωπο, πολεμώντας για έξι μήνες είχαμε 15.000 νεκρούς (αξιωματικούς και οπλίτες), στα Δεκεμβριανά για ένα μόνο μήνα είχαμε και από τις δύο πλευρές 17.000 νεκρούς. Στο «απαγορευμένο» και πολτοποιημένο κατόπιν διαταγής του πρώην υπουργού Εθνικής Αμύνης Ευ. Αβέρωφ, (για να μη θιγεί το ΚΚΕ) βιβλίο της Διεύθυνσης Ιστορίας Στρατού «Η απελευθέρωσις της Ελλάδος και τα μετά ταύτην γεγονότα» και στη σελ. 253 αναφέρεται ότι τα θύματα των κομμουνιστών κατά τα Δεκεμβριανά σε ολόκληρη τη χώρα ανήλθαν σε 46.985 άνδρες, γυναίκες και παιδιά. Οι απαχθέντες ως όμηροι (ανεξαρτήτου φύλου και ηλικίας) ανέρχονται συνολικά σε 46.871 άτομα και από αυτά 4.000 πέθαναν κατά τη διάρκεια της ομηρίας από διάφορα αίτια (φυλακίσεις, κακουχίες κ.ά.) ή εκτελέστηκαν. Τα γεγονότα αυτά που οφείλονται στις εμφυλιοπολεμικές συγκρούσεις της περιόδου εκείνης ανήκουν στην Ιστορία και πρέπει να έλθουν στην επιφάνεια, για να πληροφορηθεί ο κόσμος την αλήθεια.
Όσοι συνελήφθησαν στην Αθήνα και δεν εκτελέστηκαν από τη διαβόητη ΟΠΛΑ (Ομάδα Περιφρούρησης Λαϊκού Αγώνα) και τον αρχιδήμιο με το τσεκούρι Σταμάτη Λιόλιο στα Διυλιστήρια της ΟΥΛΕΝ στο Γαλάτσι οδηγήθηκαν πεζή στην Αράχωβα, την Άμφισσα, τα Τρίκαλα και άλλες πόλεις της Θεσσαλίας, κάτω από δυσμενείς καιρικές συνθήκες (τσουχτερό κρύο, βροχή και χιόνια), λόγω της χειμερινής περιόδου. Στο Ιπποφορβείο της Λαζαρίνας Καρδίτσας (κοντά στο Μουζάκι) μεταφέρθηκαν και φυλακίστηκαν 1.800 κρατούμενοι μεταξύ των οποίων και 11 ιερείς. Παρουσιάστηκαν και περιπτώσεις κατά τις οποίες συνελήφθησαν οι γονείς και τα ανήλικα παιδιά τους έμειναν μόνα και απροστάτευτα. Στην Αθήνα, σύμφωνα με τις στατιστικές της Ομοσπονδίας Θυμάτων Δεκεμβριανών, εκτελέστηκαν κατά τη διάρκεια των Δεκεμβριανών χίλια (1.000) περίπου άτομα και είναι εγγεγραμμένοι στους ειδικούς καταλόγους 2.757 άνθρωποι που γνώρισαν τη δραματική ταλαιπωρία της χειμερινής μεταγωγής στα βουνά. Στον Πειραιά οι εκτελεσθέντες υπολογίζονται σε 480. Μεταξύ των εκτελεσθέντων στην Αθήνα ήταν η χαρισματική ηθοποιός Ελένη Παπαδάκη και 15 αξιωματικοί του Πολεμικού Ναυτικού (5 υποναύαρχοι ε.α., 3 ανώτεροι, 7 κατώτεροι).
Στο παρόν άρθρο δεν θα ασχοληθούμε με όλους τους ομήρους της Ελλάδας, παρά μόνο με τα πρόσωπα εκείνα που συνελήφθησαν στην Αθήνα και αποτέλεσαν την αποκαλούμενη από την Πολιτοφυλακή του ΕΑΜ «φάλαγγα προσωπικοτήτων», διότι την αποτελούσαν διάφορες προσωπικότητες, όπως ιερωμένοι, πρώην υπουργοί, στρατηγοί, αρεοπαγίτες, καθηγητές Πανεπιστημίου και Πολυτεχνείου, ιατροί, δικηγόροι, βιομήχανοι, επιχειρηματίες και ανώτατοι λειτουργοί. Μαζί με αυτούς υπήρχαν και συγγενικά πρόσωπα διαφόρων ατόμων που δεν βρέθηκαν για να συλληφθούν.
Μεταξύ των ομήρων της φάλαγγας αυτής ήταν ο μητροπολίτης Κορυτσάς και καθηγητής Πανεπιστημίου Ευλόγιος Κουρίλας, οι στρατηγοί Γ. Μπάκος, Γ. Κορτζάς, Κατσιγιαννάκης, Σκλαβούνος, Τρεπεκλής, ο υφυπουργός των Στρατιωτικών επί κυβερνήσεως Μεταξά Ν. Παπαδήμας και η σύζυγος του Ιωάννη Μεταξά, Λέλα Μεταξά, η οποία συνελήφθη στην οικία της στην Κηφισιά και κρατήθηκε ως όμηρος στις φυλακές και στα βουνά επί 50 ημέρες (από 11/12/1944 έως 29/1/1945). Για τη δραματική περιπέτειά της συνέγραψε ένα βιβλιαράκι 133 σελίδων με τίτλο «Το Ημερολόγιο της Ομηρίας μου 1944-1945». Επίσης στη φάλαγγα εντάχθηκαν και 17 Άγγλοι αιχμάλωτοι.
Οι φάλαγγες των ομήρων
Η σύντομη εξιστόρηση της περιπέτειας των ομήρων στηρίζεται σε μαρτυρίες των παθόντων. Οι συλληφθέντες φυλακίστηκαν σε διάφορες αποθήκες στο Παλαιό Ψυχικό, στο Περιστέρι, στην Πετρούπολη, στον Ασπρόπυργο και άλλες περιοχές της Δυτικής Αττικής. Από εκεί μεταφέρθηκαν άλλοι στη Μάνδρα Ελευσίνας και άλλοι στη Φυλή (Χασιά), όπου σχηματίστηκαν διάφορες φάλαγγες ομήρων, οι οποίες οδηγήθηκαν από ένοπλους πολιτοφύλακες στους νομούς Βοιωτίας και Φωκίδας και σε πόλεις και χωριά της Θεσσαλίας.
Τα δρομολόγια των ομήρων της «φάλαγγας προσωπικοτήτων» ήταν δύο: το πρώτο η κεντρική οδός Ελευσίνα – Μάνδρα - Κάζα – Ερυθρές – Θήβα - Λιβαδειά και το δεύτερο Φυλή (Χασιά) – επαρχιακή οδός προς Κρώρα (Στεφάνη) – Μουσταφάδες (Καλλιθέα Δήμου Τανάγρας) – Νεοχωράκι - Θήβα. Από τη Θήβα και μέχρι τη Λιβαδειά χρησιμοποιήθηκε η παλαιά εθνική οδός και από εκεί η επαρχιακή οδός προς Αράχωβα – Δελφούς και Άμφισσα. Η απομάκρυνση των ομήρων από την Αθήνα έγινε, για να χρησιμοποιηθούν ως όπλο πίεσης στις μελλοντικές διαπραγματεύσεις που θα έκανε ο ΕΛΑΣ με τους Άγγλους και για να τους ανταλλάξουν με δικούς τους αιχμαλώτους.
Οι πρώτοι όμηροι είχαν αρχίσει να απομακρύνονται από την Αττική πριν τα Χριστούγεννα, αλλά οι περισσότερες φάλαγγες άρχισαν να κινούνται προς Βορά μετά την επίσκεψη του Τσόρτσιλ στην Αθήνα, ανήμερα των Χριστουγέννων, κατά την οποία δεν έγιναν δεκτοί οι όροι του ΕΑΜ και οι Άγγλοι παρέμειναν ανυποχώρητοι στις θέσεις τους.
Η αναχώρηση μιας φάλαγγας από τη Φυλή (Χασιά) με 300 ομήρους έγινε το πρωί της 27ης Δεκεμβρίου. Ο καιρός ήταν άστατος και έπεφτε χιονόνερο. Οι όμηροι δεν είχαν μαζί τους τα κατάλληλα είδη ένδυσης και υπόδησης, για να αντιμετωπίσουν το ψύχος και το λασπώδες έδαφος κατά τη διάρκεια της πορείας, διότι συνελήφθησαν ξαφνικά στο σπίτι τους ή στο δρόμο και οδηγήθηκαν όπως ήταν ντυμένοι την ώρα εκείνη στα κρατητήρια, χωρίς να γνωρίζουν το σκοπό της σύλληψης. Όσοι συνελήφθησαν στο δρόμο δεν τους επετράπη να ειδοποιήσουν τα σπίτια τους και να προμηθευτούν έστω και μια κουβέρτα, με την ψεύτικη δικαιολογία ότι πρόκειται να τους οδηγήσουν σε μια ολιγόλεπτη ανάκριση και ότι μετά ένα τέταρτο της ώρας θα επέστρεφαν στα σπίτια τους.
Οι επικεφαλής της πορείας Ελασίτες και Πολιτοφύλακες τούς συμπεριφέρονταν με σκληρό και βάναυσο τρόπο. Οι φωνές, οι βλασφημίες, τα λακτίσματα και τα κτυπήματα με τους υποκόπανους των όπλων ήταν σύνηθες φαινόμενο για τους βραδυπορούντες, μεταξύ των οποίων υπήρχαν αρκετοί ηλικιωμένοι και γυναίκες. Η πορεία από τη Χασιά προς το καμένο χωριό Κρώρα (Στεφάνη) κράτησε δέκα ολόκληρες ώρες. Έφτασαν εκεί νύχτα έπειτα από έναν ατέλειωτο ανήφορο. Περπατούσαν νηστικοί μέσα στα χιόνια. Έμειναν στα Κρώρα τέσσερις νύχτες σε σπιτάκια χωρικών κατεστραμμένα, χωρίς πόρτες και παράθυρα και σε στάβλους γεμάτους με ακαθαρσίες ζώων.
Η φάλαγγα ξεκίνησε από τα Κρώρα με κατεύθυνση τη Θήβα. Μετά επτά ώρες πορεία έφτασε στο χωριό Μουσταφάδες (Καλλιθέα) και στη συνέχεια στο Νεοχωράκι και στη Θήβα (εγκαταστάσεις στρατώνων). Η πεζοπορία ήταν μαρτυρική. Ανώμαλα μονοπάτια, ανεβάσματα σε λόφους, κατεβάσματα σε ρεματιές, διαρκή γλιστρήματα στο χιόνι, στους λάκκους και στα νερά, για να μη δίνεται στόχος στα αγγλικά αεροπλάνα, αν και οι Άγγλοι αεροπόροι που συνήθως πετούσαν χαμηλά αντιλαμβάνονταν ότι πρόκειται για φάλαγγα ομήρων και ουδέποτε τους πολυβόλησαν.
Σε μια φάλαγγα που είχε προηγηθεί και στην οποία βρισκόταν ο καθηγητής Πανεπιστημίου Παπαϊωάννου οι όμηροι οδηγήθηκαν στους στρατώνες, όπου οι Ελασίτες τους έκαναν σωματική έρευνα (σχίζοντας ακόμη και φόδρες), για να τους αφαιρέσουν χρήματα και . ρολόγια. Από την έρευνα αυτή αποκόμισαν περίπου 100 χιλιάδες δραχμές, μερικές λίρες και 14 ρολόγια.
Δρομολόγια ομήρων μέχρι τη Θήβα: 1) Μάνδρα Ελευσίνας – Οινόη – Ερυθρές – Θήβα και 2) Φυλή (Χασιά) - Στεφάνη (Κρώρα) – Καλλιθέα – Νεοχωράκι- Θήβα
Η δεύτερη φάλαγγα ξεκίνησε από τα κρατητήρια της Πετρούπολης το βράδυ της 31 Δεκεμβρίου με διάφορες προσωπικότητες, όπως στρατηγούς, καθηγητές Πανεπιστημίου, δικαστικούς, κ.λπ. με πρώτο σταθμό τα Καλύβια Χασιάς, όπου έφθασε το πρωί της Πρωτοχρονιάς. Στη φάλαγγα αυτή ήταν και ο μητροπολίτης Ευλόγιος. Το κρύο ήταν τσουχτερό και συγχρόνως έβρεχε. Η διαδρομή υπήρξε δραματική. Νερό και λάσπη στο δρόμο, σκοτάδι πυκνό, ψύχος δριμύτατο και αλίμονο σε εκείνον που θα έβγαινε από τη γραμμή. Όσοι δεν μπορούσαν να προχωρήσουν γρήγορα δέχονταν ανηλεή κτυπήματα με τους υποκόπανους των όπλων και κατά διαστήματα ακουγόταν μια προειδοποιητική φωνή: «Προχωρείτε! Όποιος μένει πίσω θα τον εκτελέσουμε…». Και δεν ήταν μόνο η απειλή αυτή αλλά στο δρόμο συναντούσαν συχνά φορτηγά αυτοκίνητα των οποίων οι οδηγοί φώναζαν στους πολιτοφύλακες, που τους συνόδευαν: «Καναρίνια από το Κολωνάκι φέρνετε; Τι τους κρατάτε;…Δώστε μας μερικούς να τους καθαρίσουμε…».
Στη φάλαγγα αυτή, η οποία έλαβε την τελική μορφή στη Μάνδρα Αττικής, προστέθηκαν και άλλοι συλληφθέντες και μερικές κυρίες της αθηναϊκής κοινωνίας. Ο συνολικός αριθμός ανερχόταν σε 163 άτομα. Στις 6 Ιανουαρίου 1945 όλοι βρέθηκαν στο σχολείο της Μάνδρας, εντελώς νηστικοί. Από εκεί άρχισε η τραγική πορεία της φάλαγγας, η οποία σε 9 μέρες διέτρεξε 260 χιλιόμετρα με ανθρώπους κατά το πλείστον ηλικιωμένους, ασθενικούς, με κατεστραμμένα παπούτσια ή ξυπόλητους και πεινασμένους. Το δρομολόγιο που ακολούθησαν ήταν: Μάνδρα – Οινόη - Κάζα – Ερυθρές (Κριεκούκι) - Θήβα –Λιβαδειά – Αράχωβα – Άμφισσα – Αμυγδαλιά (νότια Λιδορικίου). Όσο προχωρούσαν οι όμηροι προς τις Ερυθρές δεν σταμάτησαν να περνούν ατέλειωτες εφοδιοπομπές κατάφορτες από πράγματα που είχαν συγκεντρώσει από τις λεηλασίες στις διάφορες ελασιτοκρατούμενες συνοικίες της πρωτεύουσας. Επικεφαλής της φάλαγγας ήταν ο καπετάν Βλαχάβας (Βασίλειος Τσώκος). Η δραματική πεζοπορία από τη Μάνδρα μέχρι το Μούλκι (Αλίαρτο) Βοιωτίας πραγματοποιήθηκε σε 17 ολόκληρες ώρες μέσα σε ένα 24ωρο.
Μετά τη Λιβαδειά η «φάλαγγα προσωπικοτήτων» τέθηκε εσπευσμένα σε κίνηση κάτω από σφοδρή χιονοθύελλα με κατεύθυνση προς τον Παρνασσό και προορισμό την Αράχωβα. Στη διαδρομή αυτή, που πραγματοποιήθηκε τη νύχτα της 8/9 Ιανουαρίου 1945, μερικοί αποτόλμησαν να δραπετεύσουν, διότι η κατάσταση είχε φθάσει στο απροχώρητο. Δέκα (10) όμηροι – μεταξύ των οποίων ο καθηγητής Δ. Χόνδρος και ο αρχισυντάκτης του «Ελληνικού Αίματος» Σπύρος Μεταξάς – ξέφυγαν ένας – ένας μέσα στην παγερή νύχτα, ενώ όσοι απέμειναν υφίσταντο ατέλειωτα βασανιστήρια από τους συνοδούς πολιτοφύλακες. Στην Αράχωβα κατά τη διάρκεια της νύχτας (9/10 Ιανουαρίου) δραπέτευσε και ο μητροπολίτης Κορυτσάς Ευλόγιος, οι οποίος μετά από δραματικές περιπέτειες έφθασε στη Λιβαδειά και διασώθηκε.
Δολοφονίες ομήρων της «φάλαγγας προσωπικοτήτων»
Όταν στις 6 Ιανουαρίου 1945 (ανήμερα των Φώτων) η «φάλαγγα προσωπικοτήτων» ξεκίνησε από τη Μάνδρα και βάδιζε προς το Μάζι (Οινόη), οι Ελασίτες έβγαλαν από τη γραμμή το στρατηγό Γεώργιο Μπάκο και τον πρώην υπουργό επισιτισμού στην κατοχική κυβέρνηση Γεώργιο Πειρουνάκη και τους οδήγησαν στο εγκαταλειμμένο χωριό Κρώρα (Στεφάνη), όπου μαζί με άλλους 45 τους εκτέλεσαν.
Ο στρατηγός Μπάκος είχε διατελέσει υπουργός Εθνικής Άμυνας στην κατοχική κυβέρνηση Τσολάκογλου και απέκλεισε την αποστολή εθελοντικού σώματος Ελλήνων στο ρωσικό μέτωπο, όπως ζητήθηκε από τη γερμανική κυβέρνηση. Είναι ο ιδρυτής του Νοσηλευτικού Ιδρύματος του Μετοχικού Ταμείου Στρατού (ΝΙΜΤΣ,1942). Αμέσως μετά την απελευθέρωση κρατήθηκε ως δωσίλογος στις Φυλακές Αβέρωφ. Στην επίθεση που έκανε ο ΕΛΑΣ στις 18 και 19 Δεκεμβρίου 1944 κατά των φυλακών δεν κατόρθωσε να αποδράσει, όπως πολλοί άλλοι, και συνελήφθη. Το πτώμα του μεταφέρθηκε αργότερα στην Ελευσίνα και ενταφιάστηκε με τιμές από τον συνταγματάρχη Θρασύβουλο Τσακαλώτο.
Συνεχείς εκτελέσεις βραδυπορούντων ομήρων
Οι Ελασίτες και Πολιτοφύλακες συνοδοί εκτελούσαν χωρίς οίκτο τους βραδυπορούντες και τα πτώματα τα πετούσαν στην άκρη του δρόμου. Μερικά άτομα που ανήκουν σ’ αυτήν την κατηγορία είναι η δεσποινίς Λύτρα, οι κυρίες Αδάμ, Γουλανδρή και Σπεράντζα, ο εκ Χίου ηλικιωμένος Ι. Σβορώνος, ο εισαγγελέας Κουτρουμπούσης, ο οποίος είχε ένα πόδι ξύλινο και βάδιζε στηριζόμενος σε ένα χονδρό μπαστούνι, οι αδελφές Χριστοφιλοπούλου, δύο νέες κοπέλες 19 και 21 ετών.
Η δολοφονία 13 προσωπικοτήτων στον Άγιο Τρύφωνα Αράχωβας
Η φάλαγγα έφθασε στην Αράχωβα το βράδυ της 9ης Ιανουαρίου 1945. Την επομένη (10 Ιανουαρίου 1945) το πρωί διατάχθηκαν οι όμηροι να αναχωρήσουν για τους Δελφούς και την Άμφισσα πλην 13 ατόμων, τα οποία ο καπετάνιος Βλαχάβας (Βασίλειος Τσώκος) ξεχώρισε και διέταξε την εκτέλεση τους κοντά στο ναΐσκο του Αγίου Τρύφωνα, δύο χιλιόμετρα μακριά από την Αράχωβα. Η εκτέλεση αυτή ήταν προαποφασισμένη και έγινε κατόπιν εντολής του Αρχηγείου Πολιτοφυλακής Αθηνών. Τους μελλοθάνατους πρώτα τους έγδυσαν και μετά τους εκτέλεσαν. Τα πτώματα τα έθαψαν σε παρακείμενο αγρό με ελιές, για να εξαφανίσουν τα ίχνη τους. Τα ρούχα των φονευθέντων μεταφέρθηκαν στην Αράχωβα και διανεμήθηκαν στα ηγετικά στελέχη της Πολιτοφυλακής Αράχωβας και Δεσφίνας.
Οι εκτελεσθέντες ήταν:
1) Γ. Κερασιώτης, αρεοπαγίτης 2) Σπύρος Τρικούπης, πρώην υπουργός 3) στρατηγός Γεώργιος Κορτζάς, πρώην υπουργός Συγκοινωνίας στην Κυβέρνηση Τσουδερού το 1941, 4) Κατσιγιαννάκης, στρατηγός χωροφυλακής 5) Ι. Θεοφανόπουλος, καθηγητής του Πολυτεχνείου, 6) Θ. Παπαευσταθίου, γενικός διευθυντής των φυλακών του Υπουργείου Δικαιοσύνης 7) Σ. Κορυζής, πολιτικός μηχανικός και αδελφός του πρωθυπουργού, 8) Δημουλίτσας, μεταλλειολόγος της Εταιρείας Λιπασμάτων, 9) Αποστολίδης, πρόεδρος της Κοινότητας Εκάλης, 10) Σ. Σταυρόπουλος, διευθυντής του Ταμείου Νομικών, 11) Ι. Ηλιάκης, τέως Γενικός Διοικητής Δ. Μακεδονίας και στενός φίλος του Ελ. Βενιζέλου, 12) Β. Ανδρουλής, και 13) Δ. Ρώτας.
Η ανακάλυψη των πτωμάτων έγινε μετά 25 ημέρες, στις 5 Φεβρουαρίου 1945. Η ομαδική εκτέλεση των 13 προσωπικοτήτων όπως και η δολοφονία εκατοντάδων άλλων αθώων ομήρων είναι από τα φρικιαστικότερα εγκλήματα των Δεκεμβριανών.
Όσοι όμηροι απέμειναν μετά το ανωτέρω αποτρόπαιο ομαδικό έγκλημα έφθασαν στις 12 Ιανουαρίου στην Άμφισσα και από εκεί στο χωριό Μπλέσα (Αμυγδαλιά) Φωκίδας, όπου μετά οκταήμερη παραμονή το μεγαλύτερο μέρος απελευθερώθηκε και με μέριμνα του Ερυθρού Σταυρού μεταφέρθηκε στις εστίες του. Σε άλλες περιοχές (Θεσσαλία κ.λπ.) η απελευθέρωση και αποφυλάκιση των ομήρων έγινε μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας (12 Φεβ. 1945).
No comments:
Post a Comment