Friday

ΕΛΕΝΗ ΠΑΠΑΔΑΚΗ: Η ΜΝΗΜΗ ΕΝΟΣ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΣ

 

Του Δημοσθένη Κούκουνα*

Η μνήμη της Ελένης Παπαδάκη κατά καιρούς αναμοχλεύεται, άλλοτε με καλή προαίρεση και άλλοτε με σκοπιμότητα. Το γεγονός ότι επρόκειτο για ένα ανούσιο και ανόσιο έγκλημα δεν ανατρέπεται φυσικά, ούτε με οποιαδήποτε μεθόδευση μπορεί να διαψευσθεί η κοινή λογική.

Η δολοφονία είχε βεβαίως διαπραχθεί από άτομα που ανήκαν στην αριστερή παράταξη κατά τα Δεκεμβριανά του 1944, οπότε εκδηλώθηκε η πρώτη ανοιχτή στρατιωτική σύγκρουση ανάμεσα στην εαμική αντίσταση και τον ελληνικό αστικό κόσμο, συσπειρωμένο πλέον και υπό την προστασία της Βρετανίας. Κατά τη διάρκεια των γεγονότων του Δεκεμβρίου 1944, τα τραύματα και τα μίση που είχαν σωρευτεί κατά την κατοχική περίοδο ξέσπασαν σε ένα κύμα βίας εναντίον ενόχων και αθώων. Αυτό το κύμα βίας δεν αποτέλεσε ελληνική πρωτοτυπία, αλλά εκδηλώθηκε με καθυστέρηση στην ελληνική πρωτεύουσα, που σε αντίθεση με άλλες ευρωπαϊκές είχε βιώσει μια αναίμακτη απελευθέρωση μερικές εβδομάδες νωρίτερα.

Αρκετά νωρίς, η ηγεσία αυτής της παράταξης θέλησε να αποστασιοποιηθεί από τη συγκεκριμένη δολοφονία και είναι χαρακτηριστική η αποστροφή του Νίκου Ζαχαριάδη στην εισήγησή του στη 12η Ολομέλεια της Κ.Ε. του ΚΚΕ: «…Το κόμμα μας έχει το θάρρος να διακηρύξει ότι τέτοιες περιπτώσεις, όπως του Κορώνη, είτε της ηθοποιού Παπαδάκη, δεν μπορούν να βρουν δικαίωση και πρέπει να καταδικαστούν ανοιχτά».

Ένας τότε οπαδός του, που παράλληλα ήταν άμεσα εμπλεκόμενος με την υπόθεση της δολοφονίας, ο ηθοποιός Δημήτρης Μυράτ, θα γράψει σχετικά: «Όταν γύρισε από τη Γερμανία, όπου ήταν αιχμάλωτος, μετά τη λήξη του πολέμου, ο τότε γ.γ. του ΚΚΕ Νίκος Ζαχαριάδης μίλησε στον κατάμεστο κινηματογράφο Τιτάνια της οδού Πανεπιστημίου, κάνοντας αυτοκριτική του κόμματος στη διάρκεια της δικτατορίας και της Κατοχής. Και μιλώντας για το περίεργο, ύποπτο θα μπορούσε να χαρακτηριστεί, κίνημα του Δεκεμβρίου, μοιραία έφτασε στη δολοφονία της Παπαδάκη και χρησιμοποίησε τη φράση του Φουσέ: Ήταν περισσότερο από έγκλημα, ήταν σφάλμα. Ήμουν παρών σε εκείνη τη συγκέντρωση και το άκουσα».

Η εν είδει συγγνώμης γενναιόψυχη στάση του Ζαχαριάδη δεν επανέφερε την Παπαδάκη στη ζωή, ούτε θα έκλεινε το θέμα οριστικά. Διάφοροι βασιλικότεροι του βασιλέως επιχειρούν κατά καιρούς να …δικαιολογήσουν τη δολοφονία, επικαλούμενοι ξανά και ξανά το ότι ήταν «φιλενάδα του Ράλλη» ή ότι είχε σχέσεις με Γερμανούς αξιωματικούς. Τελικά μάλιστα, εφευρέθηκε και μια άλλη εκδοχή, ότι την Παπαδάκη την σκότωσαν πράκτορες της Ιντέλιτζενς Σέρβις για να εκθέσουν το ΚΚΕ! Χρειάζεται όντως πολλή ψυχραιμία για να μπορεί κανείς να δει τα πραγματικά γεγονότα, απαλλαγμένα από τις σκόπιμες διαστρεβλώσεις και τα «στοιχεία» της εικονικής φαντασίας.

Ουσιαστικά όμως το έγκλημα συγκαλύφθηκε αμέσως μετά την τέλεσή του. Και η συγκάλυψη έγινε με το να εκτελεσθεί εκείνος που είχε διατάξει την εκτέλεση της Ελένης Παπαδάκη, ο διοικητής της Πολιτοφυλακής Πατησίων, ένας 23χρονος ονόματι Ορέστης (που δεν είχε καμιά σχέση με τον συνονόματό του καπετάν Ορέστη, διοικητή της 2ης Μεραρχίας του ΕΛΑΣ, τον Ανδρέα Μούντριχα). Ωστόσο και το περιστατικό αυτό, όπως και τόσα άλλα, δεν είναι ξεκάθαρο. Άλλωστε κατά κανόνα έχουν γίνει μεταγενέστερα πολλές στρεβλώσεις των πραγματικών γεγονότων προκειμένου να υποστηριχθούν διάφορες εκδοχές, συχνά αντιφατικές μεταξύ τους.

Ο φυσικός αυτουργός, ο Βλάσης Μακαρώνας, ο οποίος ενώπιον του δικαστηρίου είχε ομολογήσει τη δολοφονία της Παπαδάκη, καταδικάσθηκε σε θάνατο και αργότερα εκτελέσθηκε. Αλλά αυτός ήταν ο τελευταίος τροχός της αμάξης, καθώς τη διαταγή για την εκτέλεσή της την είχε λάβει από τον διοικητή της Πολιτοφυλακής, τον νεαρό Ορέστη. Η διαταγή είχε δοθεί το βράδυ της ημέρας που συνελήφθη η Παπαδάκη στο σπίτι των Μυράτ, 21 Δεκεμβρίου 1944, και τις επόμενες ώρες ο Μακαρώνας εκτέλεσε πειθήνια την εντολή που είχε.

Ήδη όμως από τριημέρου, δηλαδή από τις 18 Δεκεμβρίου, στο κτίριο της Πολιτοφυλακής είχε εγκατασταθεί ένα κομματικό στέλεχος που παρακολουθούσε κάθε κίνηση του εν λόγω Ορέστη, επειδή υπήρχαν καταγγελίες εις βάρος του. Αυτός λεγόταν Νικόλαος Ανδρικίδης και επί λέξει είχε καταθέσει ενόρκως αργότερα (28.4.1945): «…Εγώ μετά ταύτα μετέβην εις την 7ην Αχτίδαν. Ο Γραμματεύς αυτής με ετοποθέτησεν εις την Πολιτοφυλακήν του 16ου τμήματος διά να παρακολουθήσω το τμήμα επειδή ο Διοικητής αυτού με άλλους πολιτοφύλακας δεν ειργάζοντο κανονικά. Κατά την παρακολούθησιν που έκαμνα επί 4 ημέρας, παρετήρησα ότι ο Διοικητής, Υποδιοικητής και δύο άλλοι πολιτοφύλακες, μαζί με τρεις γυναίκες είχαν δημιουργήσει γκαρσονιέραν και επεδίδοντο εις ακολάστους πράξεις, διά να προσπορισθούν διάφορα έξοδα ελήστευον ανθρώπους και άλλους άφηναν ελευθέρους επί καταβολή λιρών. Τούτους συνέλαβον και παρέδωσα εις κομματικόν Δικαστήριον παρά το Περιστέρι και εξετελέσθησαν μαζί με τις γυναίκες…».

Περιγράφει τον «Ορέστη», αλλά καμία λέξη για την Παπαδάκη σ’ αυτή την κατάθεσή του. Μερικούς μήνες αργότερα, τον Νοέμβριο 1945, γίνεται η δίκη του Ανδρικίδη. Ο Ριζοσπάστης έχει αναλυτικό ρεπορτάζ (1.12.1945): «Στο πενταμελές εφετείο δικάσθηκε χθες ο πολιτοφύλακας Ν. Ανδρικίδης με την κατηγορία ότι το Δεκέμβρη του 44 συνέλαβε τον καπετάν Ορέστη, διοικητή της πολιτοφυλακής Πατησίων, τρεις πολιτοφύλακες και τις γυναίκες Ευσταθίου, Καλλαντζή και Κωνσταντοπούλου. Ο καπετάν Ορέστης και οι πολιτοφύλακες καταδικάσθηκαν σε θάνατο από έκτακτο στρατοδικείο του ΕΛΑΣ, για ορισμένες υπερβασίες που διέπραξαν κατά τη λαϊκή Αντίσταση του Δεκέμβρη και συγκεκριμένα για την εκτέλεση της ηθοποιού Παπαδάκη, λεηλασίες και άλλες εγκληματικές ενέργειες. Οι τρεις γυναίκες καταδικάσθηκαν επίσης από το στρατοδικείο του ΕΛΑΣ σε θάνατο γιατί μετέδιδαν πληροφορίες στρατιωτικής φύσης στον εχθρό. Χθες εκδικάσθηκε μόνο η υπόθεση της σύλληψης των τριών γυναικών. Ο μάρτυρας κατηγορίας Μαρινόπουλος παραδέχθηκε ότι ο καπετάν Ορέστης και οι πολιτοφύλακες καταδικάσθηκαν από τον ΕΛΑΣ σε θάνατο για υπερβασίες. Επίσης κατέθεσε ότι οι τρεις γυναίκες πιάσθηκαν σε μια γκαρσονιέρα με τον Ορέστη και τους 3 πολιτοφύλακες και ότι εκτελέσθηκαν γιατί μετέδιδαν πληροφορίες σε «εθνικιστικές οργανώσεις». Ο ηθοποιός Δ. Μυράτ, μάρτυρας της υπεράσπισης, κατάθεσε ότι όπως πληροφορήθηκε, την ηθοποιό Παπαδάκη και τους αστυνομικούς εξετέλεσε ο καπετάν Ορέστης. Για την υπερβασία του αυτή καταδικάσθηκε σε θάνατο. Στην απολογία του ο Ανδρικίδης δήλωσε θαρραλέα ότι από το 1934 είναι μέλος του τιμημένου ΚΚΕ και ότι είναι περήφανος γι’ αυτό. (Ο πρόεδρος όμως του δικαστηρίου κ. Ευθυμίου ενοχλούμενος απαγόρευσε στον Ανδρικίδη να εξιστορήσει τη δράση του στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα). Σε συνέχεια ο Ανδρικίδης είπε ότι το Δεκέμβρη που υπηρετούσε στην Πολιτοφυλακή Παγκρατίου, διατάχθηκε να ενεργήσει ανακρίσεις στην Πολιτοφυλακή Πατησίων, όπου σύμφωνα με πληροφορίες γίνονταν υπερβασίες. Πράγματι διαπίστωσε ότι ο καπετάν Ορέστης και τρεις πολιτοφύλακες ευθύνονταν για την εκτέλεση στην Ούλεν της ηθοποιού Παπαδάκη, των αστυνομικών καθώς και για ληστείες σε διάφορα σπίτια. Έπειτα από την εξακρίβωση των γεγονότων αυτών διατάχθηκε η σύλληψή τους η οποία και πραγματοποιήθηκε μέσα σε μια γκαρσονιέρα. Από τις ανακρίσεις προέκυψε ότι οι 3 γυναίκες που συνελήφθησαν μαζί με τον Ορέστη στη γκαρσονιέρα έκαναν κατασκοπεία σε βάρος του μαχομένου ΕΛΑΣ. Το έκτακτο στρατοδικείο του ΕΛΑΣ τις καταδίκασε σε θάνατο για υπερβασίες, εγκατάλειψη θέσης, καταχρήσεις και εκμαυλισμό. Η εκτέλεση επρόκειτο να γίνει δημοσία στην πλατεία Κολιάτσου, είχε μάλιστα προαγγελθεί στο λαό με τα χωνιά. Επειδή όμως υπήρχε κίνδυνος να πολυβοληθεί ο κόσμος που θα μαζευόταν, από τα αεροπλάνα του Σκόμπυ, ο καπετάν Ορέστης εκτελέσθηκε στο Γαλάτσι. «Οι τρεις γυναίκες, κατέληξε ο Ανδρικίδης, έμειναν στο Περιστέρι και δεν ξέρω ποια είναι η τύχη τους. Πάντως για την υπόθεση αυτή εμείς υπερηφανευόμαστε». Ο γνωστός εισαγγελέας κ. Βασιλόπουλος ζήτησε να κηρυχθεί ένοχος ο κατηγορούμενος γιατί… ομολόγησε την πράξη του. Το δικαστήριο κηρύχθηκε αναρμόδιο. Συνήγοροι οι κ.κ. Μιράσγεζης, Σταθόπουλος και Κοντογιαννάκης».

Ανάμεσα όμως στους έντεκα μήνες που έχουν περάσει από τη δολοφονία της Παπαδάκη μέχρι την πρώτη αυτή δίκη του Ανδρικίδη, έχει μεσολαβήσει η ξεκάθαρη τοποθέτηση της ηγεσίας του ΚΚΕ έναντι του συγκεκριμένου εγκλήματος, οπότε ο κατηγορούμενος Ανδρικίδης υποστηρίζει ότι πήγε στην Πολιτοφυλακή Πατησίων για να τιμωρήσει τους υπαίτιους της εκτέλεσης, ενώ στην πραγματικότητα είχε πάει τέσσερις ημέρες νωρίτερα και συνεπώς ήταν εκεί όταν έγινε!

Το επόμενο περίεργο γεγονός που προκύπτει, είναι ότι είχε προσέλθει ως μάρτυρας υπεράσπισής του ο Δημήτρης Μυράτ. Και εδώ εμφανίζεται μια απορία: ποια ιδιότυπη σχέση συνέδεε τους δύο τους; Πολλά χρόνια αργότερα, ο Μάνος Ελευθερίου θα φέρει στη δημοσιότητα μια επιστολή του Μυράτ (με ημερομηνία 31.12.1978), μια από τις πολλές που είχε στείλει προς τον Ανδρικίδη: «Αγαπητέ Νίκο, Χρόνια Πολλά. Ευτυχισμένος ο Καινούριος Χρόνος. Σʼ ευχαριστώ για τη φωτοτυπία. Μόλις ησυχάσω θα σου γράψω περισσότερες λεπτομέρειες για την περιβόητη σύλληψη [της Ελένης Παπαδάκη, φυσικά]. Εσωκλείω δύο διπλές προσκλήσεις, που ισχύουν για οποιαδήποτε μέρα, ελεύθερες από κάθε επιβάρυνση. Θα ήταν άδικο να πληρώσης το θέατρο του φίλου σου. Χαίρω που ξέμπλεξες με τα συνταξιοδοτικά. Γιατί να πάνε τόσοι ωραίοι αγώνες, όπως ο δικός σου και των άλλων παληκαριών, χαμένα; Ακόμα κι ο δικός μου απειροελάχιστος και μηδαμινός σαν Γραμματέα ΕΑΜ θεάτρου; Τι έφταιξε και βρισκόμαστε πάλι στην ίδια κοινωνική κατάσταση της προμεταξικής περιόδου; Κρίμα! Με φιλία κι εκτίμηση, Δ. Μυράτ».

Ο περίεργος και εν πάση περιπτώσει ο ακριβής ρόλος του Δημήτρη Μυράτ στην υπόθεση Παπαδάκη δεν διευκρινίστηκε ποτέ πλήρως. Ούτε και το τι τον συνέδεε με τον Ανδρικίδη ώστε ισοβίως να διατηρούν φιλία.

Στα τέλη της δεκαετίας 1970 επιχειρείται μια νέα αναμόχλευση της υπόθεσης ώστε να δημιουργηθεί ένας νέος μύθος: Στο προσκήνιο μπαίνει τώρα η Ιντέλιτζενς Σέρβις. Ο δημοσιογράφος Γιάννης Κάτρης παίρνει τη σκυτάλη για την επικοινωνιακή αναθεώρηση. Με τη συμπλήρωση 35 χρόνων από την τραγωδία της Παπαδάκη και με την εφαρμογή του δόγματος «η καλύτερη άμυνα είναι η επίθεση», επιχειρεί να περάσει τη νέα εκδοχή. Χαρακτηριστικός ο τίτλος του δημοσιεύματός του στα Νέα (24.12.1979): «Οι πλαστογράφοι της ιστορίας». Ποιοι όμως;

Γράφει σ’ αυτό μεταξύ άλλων ο Κάτρης: «…Η αλήθεια είναι ότι ένα μέρος της ευθύνης για τη διατήρηση του μύθου πέφτει στους ώμους της Αριστεράς, που – ηττημένη, κατατρεγμένη και ανασκολοπισμένη – δεν μπόρεσε να διαφωτίσει έγκαιρα και αποτελεσματικά την ελληνική και διεθνή κοινή γνώμη, ώστε ν’ αποκατασταθεί η αλήθεια και να καταδειχτεί πόσο καταχθόνιος και σατανικός ήταν ο ρόλος, όχι τόσο του ελληνικού δοσιλογισμού, όσο των ξένων προστατών του. Σήμερα, ήρθε η ώρα να παρουσιάσουμε τα γεγονότα, όπως πραγματικά συνέβησαν και ν’ αποκαταστήσουμε την ιστορική αλήθεια, ώστε να σταματήσει κάποτε η δηλητηρίαση της νέας και των επερχομένων γενεών με «μύθους» που εξακολουθούν να διδάσκονται. Ο άνθρωπος που αποκαλύπτει το γνήσιο ιστορικό της δολοφονίας της Ελένης Παπαδάκη, ονομάζεται Νικόλαος Ανδρικίδης και ζει τώρα στις εργατικές πολυκατοικίες της Κηφισιάς αριθμός 40. Πρόκειται για ένα σεμνό αγωνιστή της Εθνικής Αντίστασης, που διαδραμάτισε πρωταγωνιστικό ρόλο στην τραγική «υπόθεση» της Ελένης Παπαδάκη. Πολέμησε με το βαθμό του λοχαγού τον ξένο κατακτητή στην κατοχή, τιμώρησε τους φονιάδες της αξέχαστης ηθοποιού, όλη του η ζωή ήταν αφιερωμένη στο λαϊκό καθήκον και στην εθνική τιμή. Γι’ αυτή του τη δράση, που θα ’πρεπε να είναι δίδαγμα και υπόδειγμα για κάθε Έλληνα, έμεινε στη φυλακή είκοσι οκτώ ολόκληρα χρόνια».

Στη συνέχεια της εκδοχής του, ο Κάτρης υποστηρίζει: «Και τώρα, η αλήθεια για τη δολοφονία της Ελένης Παπαδάκη: Η μεγάλη ηθοποιός, που η ακτινοβολία της ξεπερνούσε τα όρια της Ελλάδα, στα Δεκεμβριανά έμενε στο σπίτι του ηθοποιού Δημήτριου Μυράτ, κάπου στα Πατήσια. Ένα βράδυ πήγε η πολιτοφυλακή της περιοχής και την πήρε. Την άλλη μέρα τη σκότωσαν. Το ΕΑΜ και το Α΄ Σώμα Στρατού του ΕΛΑΣ, κυριολεκτικά αναστατώθηκαν. Η δολοφονία της Παπαδάκη έδειχνε ότι κάτι το πολύ σάπιο υπήρχε στα Πατήσια. Και έδρασαν με κεραυνοβόλα ταχύτητα. Στον τότε λοχαγό Νίκο Ανδρικίδη ανατέθηκαν καθήκοντα διαμερισματάρχη της περιοχής, με τη ρητή εντολή να ερευνήσει την υπόθεση, ν’ ανακαλύψει τους ενόχους και να ξεκαθαρίσει την ανώμαλη και επικίνδυνη κατάσταση. Από τις ανακρίσεις που έκανε ο Ανδρικίδης εντοπίστηκαν οι δολοφόνοι. Ήσαν ο διοικητής της πολιτοφυλακής Ορέστης, ο υποδιοικητής και ο βοηθός του. Πιάστηκαν και οι τρεις σε διαφορετικά σπίτια (μαζί με τις ερωμένες τους) και δικάστηκαν από ανταρτοδικείο. Μπροστά σε ακροατήριο παραδέχτηκαν ότι είχαν στρατολογηθεί από ξένη μυστική υπηρεσία (Ιντέλιτζενς Σέρβις) και με εντολή της σκότωσαν την Ελένη Παπαδάκη, για να δυσφημιστεί το λαϊκό κίνημα και δικαιωθεί η βρεταννική επέμβαση. Καταδικάστηκαν στην ποινή του θανάτου και εκτελέστηκαν παρουσία κόσμου στην πλατεία Κολιάτσου».

Στην περικοπή αυτή του άρθρου του Κάτρη, που ξεκινάει με την επίκληση «και τώρα, η αλήθεια», υπάρχει σωρεία αναληθειών. Η σημαντικότερη είναι ότι ο Ανδρικίδης εστάλη εκεί με εντολή της ηγεσίας του ΕΛΑΣ μόλις έγινε γνωστή η δολοφονία της Παπαδάκη. Αντίθετη όμως είναι η πραγματικότητα: εστάλη τρεις μέρες πριν από τη σύλληψή της, ο δε Ανδρικίδης ενεργούσε ως επόπτης (ως «διαμερισματάρχης») και κατά τη σύλληψη και κατά την εν συνεχεία εκτέλεσή της. Η σύλληψη του περιώνυμου Ορέστη έγινε αργότερα, χωρίς να προσδιορίζεται η ημέρα, σε μία γκαρσονιέρα, όπου βρισκόταν με τους βοηθούς του και τις τρεις γυναίκες και όχι σε τρία διαφορετικά σπίτια. Απροσδιόριστη επίσης ήταν η ημερομηνία της «δίκης» τους στο Περιστέρι, καθώς επίσης και της εκτέλεσής τους, που δεν έγινε στην πλατεία Κολιάτσου δημοσίως, αλλά στο Γαλάτσι άνευ κόσμου.

Αλλά ο Κάτρης χρησιμοποιεί και ένα νέο μυθοπλαστικό στοιχείο, αυτό της ομολογίας του Ορέστη και των λοιπών ενώπιον ακροατηρίου ότι είχαν στρατολογηθεί ως πράκτορες της Ιντέλιτζενς Σέρβις και ότι με εντολή της σκότωσαν την Παπαδάκη! Αφού δεν βρέθηκαν πρακτικά της «δίκης» εκείνης του ανταρτοδικείου, ούτε ποτέ εμφανίστηκε κάποιος από τους παράγοντες ή τους «ακροατές» της δίκης, πώς προκύπτει η ομολογία τους; Και αφού τελικά δεν έγινε δημόσια η εκτέλεση της θανατικής ποινής τους στην πλατεία Κολιάτσου, ούτε είναι γνωστό το πραγματικό όνομα του Ορέστη και των συνεργατών του που καταδικάσθηκαν μαζί του, σύμφωνα με ποιο πειστικό στοιχείο τεκμηριώνεται ότι πράγματι εκτελέσθηκαν οι εν λόγω και ότι ενδεχομένως δεν διέφυγαν;

Η φαιδρή αυτή θεωρία του Κάτρη, που μπάζει από πολλά σημεία, ξέχωρα από τις σημαντικές και ουσιαστικές ανακρίβειες, ήταν ένα προπαγανδιστικό πυροτέχνημα για να περάσει στους ώμους της …Ιντέλιτζενς Σέρβις η ευθύνη της δολοφονίας της Παπαδάκη, αν και ήταν περιττό αφού η Αριστερά ηθικά την είχε αποποιηθεί από πολύ νωρίς, με τη σαφή αναφορά του Νίκου Ζαχαριάδη. Αλλά το ζητούμενο εδώ ήταν να δημιουργηθεί ένας μύθος για χάρη των αμέσως ή εμμέσως εμπλεκόμενων. Άλλωστε το όλο σκεπτικό στηριζόταν στην εκ των πραγμάτων υποκειμενική πληροφόρηση που είχε ο Κάτρης από τον Ανδρικίδη.

Εκτός από τον Κάτρη, τον τόσο ανόητο αλλά βολικό μύθο της ανάμιξης της Ιντέλιτζενς Σέρβις είχαν υιοθετήσει ο Βασίλης Μπαρτζιώτας και άλλα πρόσωπα, κάποια μάλιστα από εκείνα που είχαν θεωρηθεί ως ηθικοί αυτουργοί της αρχικής συκοφαντικής εκστρατείας κατά της Παπαδάκη. Η Ολυμπία Παπαδούκα, μία από τα μέλη του χορού στις παραστάσεις αρχαίας τραγωδίας όπου θριάμβευε η Παπαδάκη, θέλησε να επωφεληθεί, ανασύροντας το 2003 στις Επτά Ημέρες της Καθημερινής και πάλι το ίδιο προπαγανδιστικό σχήμα του Κάτρη, ένα σχήμα πολύ φθηνό και αδύναμο για να σταθεί στην κοινή λογική. «Πιστεύω ότι η Ιντέλιτζενς Σέρβις θυσίασε την Παπαδάκη για να κάνει τη δουλειά της… Τότε, όλο σχεδόν το ελληνικό θέατρο ήταν στο ΕΑΜ και νομίζω ότι έπρεπε να στιγματιστεί με μια δολοφονία. Για να ξεσηκωθεί ο κόσμος. Πιστεύω ότι δόθηκε εντολή να σπιλωθεί το ΕΑΜ Θεάτρου…».

Αυτό δεν ήταν παρά ένα φαντασιακό μύθευμα. Μακράν από την πραγματικότητα η θεωρία ότι «όλο σχεδόν το ελληνικό θέατρο» ανήκε στην Αριστερά. Στα τέλη Νοεμβρίου 1944, λίγες μέρες πριν ξεσπάσουν τα Δεκεμβριανά, έγιναν για πρώτη φορά μετά την Απελευθέρωση αρχαιρεσίες στο Σωματείο Ελλήνων Ηθοποιών και πλειοψήφησε η αντίθετη παράταξη. Πρόεδρός του εξελέγη ο Νίκος Δενδραμής, αφού ο Σπύρος Πατρίκιος, που κατείχε την προεδρία από την εποχή Μεταξά, έχασε τις εκλογές.

Ωστόσο, ανεξάρτητα από το τι έλεγε η Παπαδούκα, τα σοβαρά στελέχη της Αριστεράς στάθηκαν διαχρονικά στην αρχική θέση που είχε διατυπώσει ο Νίκος Ζαχαριάδης περί εγκληματικού λάθους, χωρίς να προχωρήσουν σε αναζήτηση μεθυστέρων δικαιολογιών προκειμένου να αποποιηθούν την όντως φρικτή δολοφονία της μεγάλης ηθοποιού.

Από την άλλη πλευρά της όχθης, είναι αλήθεια πως το τόσο επώνυμο αυτό θύμα των Δεκεμβριανών χρησιμοποιόταν συχνά στα πρώτα μετεμφυλιοπολεμικά χρόνια για να θυμίζει τα εγκλήματα της εποχής. Και όπως μου έχει αναφέρει ένας παλαιός φίλος και γνωστός δημοσιογράφος, που στη δεκαετία 1960 υπηρετούσε τη θητεία του στο 7ο Γραφείο του ΓΕΣ, δέχθηκε στο γραφείο του την επίσκεψη του Μιχάλη Παπαδάκη, του αδελφού της αδικοχαμένης ηθοποιού, για να τους παρακαλέσει να σταματήσει η χρησιμοποίηση της φωτογραφίας της νεκρής αδελφής του, καθώς κάθε χρόνο στην επέτειο των Δεκεμβριανών τυπώνονταν χιλιάδες αφίσες που τοιχοκολλούνταν στους δρόμους.

Και η αλήθεια είναι ότι η οικογένειά της στωικά και αθόρυβα πέρασε όλες τις μεταδεκεμβριανές δεκαετίες, ξαναζώντας ξανά και ξανά τον ίδιο βαθύ πόνο. Μέσα σε μια βαθιά σιωπή πένθησαν τα μέλη της την Ελένη Παπαδάκη, αρκούμενα αξιοπρεπώς στις αναμνήσεις της θύμησής της. Και όταν ο αδελφός της σαράντα χρόνια μετά τον θάνατό της έβγαλε ένα βιβλίο για να τιμήσει τη μνήμη της, συστηματικά απέφυγε κάθε εμπάθεια και αρκέστηκε στο να διαιωνίσει μέσα απ’ αυτό τη μνήμη της ως προσωπικότητας και κυρίως ως μεγάλης ηθοποιού μέσα από ανάλεκτα γνωστών καλλιτεχνών, κριτικών και συγγραφέων.



* Από το βιβλίο του Δημοσθένη Κούκουνα "ΕΛΕΝΗ ΠΑΠΑΔΑΚΗ - ΤΡΑΓΩΔΙΑ & ΜΥΘΟΣ" (Εκδόσεις Ariston Books) που κυκλοφόρησε το 2019.









ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΣΗ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ:











No comments:

Post a Comment