Με αφορμή τις πρόσφατες δηλώσεις Ράμα
για τις έρευνες υδρογονανθράκων στο Ιόνιο, το θέμα του «εμπολέμου» και μια
σειρά άλλα ζητήματα που έθιξε ο Αλβανός πρωθυπουργός, νομίζουμε πως είναι
χρήσιμη μια μικρή ιστορική αναδρομή και κάποιες σκέψεις πάνω στο
Βορειοηπειρωτικό Ζήτημα και τις ελληνοαλβανικές σχέσεις.
Το θέμα του «εμπολέμου», κατ’ αρχήν, είναι
όντως μία εκκρεμότητα ανάμεσα στα δύο κράτη. Η αλβανική πλευρά ζητά επίμονα την
κατάργηση του Βασιλικού Διατάγματος που αφορά τον Α.Ν. 2636/40 «Περί
δικαιοπραξιών εχθρών και μεσεγυήσεως εχθρικών περιουσιών» της 10ης
Νοεμβρίου 1940, που όριζε ως εχθρικά κράτη
προς τη χώρα μας – μετά την κήρυξη του πολέμου – την Ιταλία μετά των
κτήσεων, αυτοκρατορικών εδαφών και αποικιών αυτής, καθώς και την
Αλβανία. Όντως, η πράξη του ελληνικού
υπουργικού συμβουλίου της 28ης Αυγούστου 1987, που προέβλεπε η άρση της
εμπολέμου καταστάσεως ανάμεσα στην Ελλάδα και την Αλβανία, δεν ακύρωνε
το Β.Δ.
του 1940, καθώς θεωρείται νομικά κατώτερου κύρους από εκείνο. Ωστόσο, θα
πρέπει
να απαντήσει η αλβανική πλευρά σε μία απορία, που, εξ όσων γνωρίζουμε,
δεν έχει
θέσει ως τώρα προς αυτήν καμία ελληνική κυβέρνηση: με ποια δική της
νομοθετική
πράξη έχει άρει τον δικό της, προγενέστερο μάλιστα, αντίστοιχο νόμο, τον
υπ΄αριθμ. 319 της 4ης Ιουλίου 1940 και ο οποίος όριζε ότι το Βασίλειο
της
Αλβανίας – τότε σε «προσωπική Ένωση» με αυτό της Ιταλίας μετά την
εισβολή του
1939 - θα βρίσκεται σε εμπόλεμη κατάσταση εναντίον των εμπόλεμων χωρών
με την
Ιταλία;
Δήλωσε ο Αλβανός πρωθυπουργός ότι «θα
αποτελούσε σοβαρό αδίκημα, και καταπάτηση του διεθνούς δικαίου της θάλασσας» αν
η ελληνική πλευρά ξεκινούσε συγκεκριμένο πρόγραμμα εξερεύνησης υδρογονανθράκων
στο Ιόνιο Πέλαγος», αναφερόμενος εμμέσως πλην σαφώς στον 2ο Διεθνή
Γύρο Παραχώρησης του δικαιώματος έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων στις
20 θαλάσσιες περιοχές της Δυτικής Ελλάδας και Νότιας Κρήτης. Σε δηλώσεις του
στις 27 Μαΐου τόνισε ότι η χώρα του δεν σκοπεύει να διαπραγματευτεί «το εθνικό
συμφέρον για τις σχέσεις καλής γειτονίας». Η δήλωση αυτή είναι η «κορωνίδα» σε
μία σειρά παράτυπων, κατά το Διεθνές Δίκαιο, πράξεων της Αλβανίας που ξεκινούν
από τη μονομερή ακύρωση της ελληνοαλβανικής συμφωνίας του 2009 για τις
θαλάσσιες ζώνες. Μάλιστα, στα μέσα Μαΐου, το αλβανικό ΥΠΕΞ είχε κάνει ένα βήμα
πιο πέρα, ζητώντας από την Ελλάδα και τους χάρτες των χερσαίων ερευνών στην
Ήπειρο! Ας ρωτήσουμε πάλι καλοπροαίρετα: η αλβανική πλευρά ζητά δηλαδή να άρει
την ίδια της την υπογραφή από το ελληνοαλβανικό Σύμφωνο Φιλίας, Συνεργασίας,
Καλής Γειτονίας και Ασφάλειας, που υπεγράφη στις 21 Μαρτίου 1996, και με το
οποίο αναγνωρίζει την αρχή του απαραβιάστου των υπαρχόντων, διεθνώς
αναγνωρισμένων συνόρων, σύμφωνα με την Τελική Πράξη του Ελσίνκι του 1975 και τη
Χάρτα των Παρισίων του 1990; Αν είναι έτσι, ας θυμηθούμε πως το Συμβούλιο
Υπουργών των Εξωτερικών των Μεγάλων Δυνάμεων (Γαλλία, ΗΠΑ, Μεγ. Βρετανία,
Ρωσία) το 1946 ανέβαλε τη λήψη αποφάσεων ως προς το Βορειοηπειρωτικό για μετά
την υπογραφή της Συνθήκης Ειρήνης με την Αυστρία και τη Γερμανία. Τα δύο
τελευταία λύθηκαν με διεθνείς συνθήκες το 1955 και το 1990 αντίστοιχα. Δεν
ξέρουμε αν ο κ. Ράμα, με τις πρόσφατες δηλώσεις του και τις κινήσεις της
κυβέρνησής του, θα ’θελε να συζητήσουμε και το τρίτο ζήτημα, παρά τα όσα
συνεπάγεται η αναγνώριση από τη χώρα του της Τελικής Πράξης του Ελσίνκι και της
Χάρτας των Παρισίων …
Τέλος, κάποιοι συγχέουν το θέμα του
εμπολέμου και των αλβανικών περιουσιών που ετέθησαν, δυνάμει αυτού, σε
μεσεγγύηση με το λεγόμενο «ζήτημα των Τσάμηδων». Τα δύο ζητήματα είναι άσχετα:
το πρώτο είναι ένα «στοιχειωμένο» ζήτημα που αφορά περιουσίες Αλβανών πολιτών,
που παραμένουν ακατάσχετες, και θα αποδοθούν στους ιδιοκτήτες τους όταν Ελλάδα
και Αλβανία άρουν αμοιβαία – όπως γράφουμε παραπάνω – τους σχετικούς νόμους
τους. Το δεύτερο αφορά Έλληνες πολίτες που καταδικάστηκαν ως συνεργάτες των
ναζιστών και φασιστών κατακτητών κατά τον Β΄ Παγκόσμιο. Η σύνδεση ανάμεσα στα
δύο ζητήματα μάλλον προέρχεται ή από άγνοια ή από «μεγαλολβανική ονείρωξη» …
Πάντως, κανείς επίσημος στην Ελλάδα δεν
κάνει λόγο για τις περιουσίες των μελών της Ελληνικής
Εθνικής Μειονότητας της Αλβανίας που κατασχέθηκαν μετά το 1945 για να
αποτελέσουν τις «κολεκτίβες» του «σοσιαλιστικού παραδείσου» του Χότζα και που
ακόμη δεν έχουν αποδοθεί στους νόμιμους ιδιοκτήτες τους – άλλο ένα
«στοιχειωμένο» ζήτημα ... Ούτε έκανε κανείς λόγο στην πρόσφατη έκθεση προόδου
για την ενταξιακή πορεία της Αλβανίας στην ΕΕ για τις παραβιάσεις ανθρωπίνων
δικαιωμάτων στη Βόρειο Ήπειρο (ο Αριστοτέλης Γκούμας δολοφονήθηκε το 2010 στη
Χιμάρα γιατί μίλαγε την μητρική του γλώσσα…). Κανείς δεν μίλησε για το
«μαγείρεμα» των διοικητικών περιφερειών, βάσει των οποίων διεξήχθησαν κι οι
χθεσινές αυτοδιοικητικές εκλογές στη γείτονα, ούτε για τα αθρόα κρούσματα
εποικισμών των ελληνικών περιοχών από Κοσσοβάρους.
Η ελλαδική Αριστερά – «κυβερνώσα»,
προοδευτική ή όποια άλλη – είχε διαχρονικά «αλλεργία» στα ζητήματα αυτά. Και τα
«αστικά» κόμματα, όμως, ιδίως μετά το 1990, (οπότε, πλέον, δε μιλάνε για Βόρειο
Ήπειρο, αλλά σχεδόν πάντα για «Νότιο Αλβανία»), κινήθηκαν ανάμεσα στην πατριδοκαπηλία,
την «βιομηχανία αδειών παραμονής» και την αδιαφορία – αλλά και διάφοροι ακραίοι
κύκλοι αναλώθηκαν σε, συχνά βλαπτικές για το συμφέρον της Ελλάδας και του
Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού, ρητορείες και πρακτικές… Για όλους αυτούς τους
λόγους, η Αλβανία δικαιούται να ελπίζει στη «μεσολάβηση ανιδιοτελούς τρίτου
παράγοντα» για εντελώς παράνομα ζητήματα που μόνο εκείνη θέτει, όπως είπε στις
παραπάνω δηλώσεις του ο κύριος Ράμα …
No comments:
Post a Comment