Είναι γνωστό ότι το Βορειοηπειρωτικό Ζήτημα στην Ελλάδα αντιμετωπίστηκε με βάση τις ελλαδικές πολιτικές τοποθετήσεις και αντιδικίες και όχι με βάση τα πραγματικά δεδομένα και τις ανάγκες που εξέφρασε. Έτσι ειδώθηκε μέσα από το πρίσμα της πολιτικής επιλογής και των διεθνών πελατειακών σχέσεων που ανέπτυσσε το κάθε κόμμα και η κάθε πολιτική ομάδα. Αυτή η κατάσταση οδήγησε στην αποδοχή ή στην απόρριψή του με καθαρά μικροπολιτικούς λόγους. Έτσι, η Δεξιά, εφ' όσον αφορούσε την αντιπολίτευση σε μια κομμουνιστική χώρα το είχε ενσωματώσει στην πολιτική της, σε αντίθεση με την Αριστερά, η οποία είχε "ταχθεί" να υπερασπίζει τον κομμουνιστικό κόσμο. Ουσιαστικά οι Βορειοηπειρώτες πάλεψαν μόνοι τους, ανεξάρτητα από την ανειλικρινή υποστήριξη της Δεξιάς και συγκρούστηκαν πλήρως με τις ιδεοληψίες της Αριστεράς.
Οι ποικίλλες ομάδες της ελλαδίτικης Αριστεράς, εμφάνισαν μια αδικαιολόγητα σφοδρή αντίδραση στα διάφορα θέματα που έθετε το Βορειοηπειρωτικό Ζήτημα. Ακόμα και στην εποχή που αρκετές από τις ομάδες της δεν ήταν εξαρτημένες από εξωελλαδικούς καθοδηγητές, λειτούργησαν σαν να έπρεπε να εξυπηρετήσουν τέτοιες υποχρεώσεις. Η κατάσταση αυτή ήταν γνήσιο αποτέλεσμα του τρόπου συγκρότησής της ελλαδίτικης Αριστεράς. Όπως το έθνος-κράτος των Ελλήνων σφραγίστηκε από την καθυστέρηση, που χαρακτήριζε το γεωγραφικό χώρο που έλαχε να αποτελέσει το αρχικό έδαφος, έτσι ακριβώς και η Αριστερά του ημιτελούς αυτού έθνους-κράτους έκφρασε την ακραία συντηρητική και αντιδραστική εκδοχή, όσον αφορούσε την εθνική ολοκλήρωση και την κατανόηση των πραγματικών δεδομένων που υπήρχαν σε κάθε εποχή. Η πρώτη εμφάνιση της συντηρητικής αυτής συμπεριφοράς, ήταν η αντίδραση στην απελευθέρωση της Μικράς Ασίας. Έχοντας απορρίψει τις αναλύσεις των Ποντίων σοσιαλιστών, όπως ο Γεώργιος Σκληρός, που ερμήνευαν τα γεγονότα στη Μικρά Ασία με βάση τις πραγματικές ανάγκες που απέρρεαν από την κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και όχι με βάση την εξωτερική πολιτική της Σοβιετικής Ένωσης, είχε συνταχθεί απολύτως με την βασιλική αντίληψη της "μικράς πλην εντίμου Ελλάδος". Παραγνώρισε πλήρως την ύπαρξη συμπαγών ελληνικών πληθυσμών στο μικρασιατικό και ανατολικοθρακικό χώρο, καθώς και τις θεωρητικές προσεγγίσεις της Ρόζας Λούξεμπουργκ. Το αποτέλεσμα ήταν η έμπρακτη δικαιολόγηση των εθνικών εκκαθαρίσεων και των γενοκτονιών που πραγματοποιούσαν οι Τούρκοι εθνικιστές. Η στάση αυτή συνεχίστηκε αμείωτη μέχρι τις ημέρες μας. Ειδικά μετά την κατάρρευση των κομμουνιστικών καθεστώτων και της επανεμφάνισης παλιών διαδικασιών, όπως η δημιουργία εθνών-κρατών, συντάχθηκαν πολύ εύκολα -με μια εκτός εποχής αντεξουσιαστική διάθεση- με όποια δύναμη φάνηκε ότι θα μπορούσε να υπονομεύσει το ελληνικό έθνος-κράτος. Έτσι η σλαβομακεδονολαγνεία προτάχθηκε ως το αντίδοτο στην πολιτικάντικη χρήση του πραγματικού φόβου του ελληνικού λαού μπροστά σ' ένα καινοφανές φαινόμενο: τη δημιουργία δηλαδή για πρώτη φορά κράτους στο βορρά, το οποίο εμπεριείχε στην εθνική του ιδεολογία σύμβολα και στόχους που ευθέως αμφισβητούσαν την ελληνική Μακεδονία. Πολύ εύκολα η ελλαδίτικη Αριστερά δυσφήμησε τις μεγάλες διαδηλώσεις των Ελλήνων στη Μακεδονία, αλλά και στην υπόλοιπη Ελλάδα. Τις κατηγόρησε ως "εθνικιστικές", παρότι το βασικό σύνθημα ήταν το αμυντικό "Κάτω τα χέρια από τη Μακεδονία" και το "Η Μακεδονία είναι ελληνική" (εννοώντας βέβαια την ελληνική Μακεδονία). Σε καμιά περίπτωση δεν εκφράστηκαν επιθετικά συνθήματα του τύπου "Έξω οι Σλάβοι από το Μοναστήρι", κάτι το οποίο ήταν νομιμοποιημένοι οι Θεσαλονικείς και οι Έλληνες Μακεδόνες να το πράξουν, εφ' όσον μια από τις συνιστώσες ομάδες τους προερχόταν από την περιοχή του Μοναστηρίου και της Στρώμνιτσας.
Παρ' ότι η μόνη διακήρυξη περί αμφισβήτησης των συνόρων προήλθε μόνο από τη σλαβομακεδονική πλευρά, οι δικοί μας "καθοδηγητές" δε δίστασαν καθόλου να συγκαλύψουν τις πραγματικές επιθετικές προθέσεις, δηλώσεις και εκδηλώσεις των Σλαβομακεδόνων των Σκοπίων και να κατηγορήσουν με τις χειρότερες εκφράσεις τον ίδιο τον ελληνικό λαό, ταυτίζοντάς τον με τις μικρές και περιθωριακές ομάδες των σοβινιστών. Στην ίδια κατεύθυνση παρασύρθηκαν και σοβαροί διανοούμενοι, ανήκοντες ή προερχόμενοι από την ελλαδίτικη Αριστερά, παρότι ήξεραν πολύ καλά το τι σημαίνει η διαδικασία της εθνογένεση, η δημιουργία έθνους-κράτους και η κατασκευή των συμβόλων μαζί με την αναζήτηση της Μεγάλης Ιδέας από τους Σλαβομακεδόνες. Είναι τραγικό, ότι ακόμα και σήμερα δεν υπάρχει σοβαρή αντίκρουση, μέσα από το δημοκρατικό χώρο, των διαφόρων ομάδων και τάσεων, οι οποίες φτάνουν σε απίθανες ιδεολογικές ακρότητες.
Χαρακτηριστική τέτοια ομάδα, είναι αυτή που δραστηριοποιείται στο δημοσιογραφικό χώρο με το όνομα "Ο ιός της Κυριακής". Η ομάδα αυτή παρουσιάζει με στερεότυπο τρόπο, όπως αναπτύχθηκε παραπάνω, τα δρώμενα στην περιοχή μας. Η οπτική του "Ιού", αλλά και τα κίνητρά του, παρουσιάζουν εξαιρετικό ενδιαφέρον για όσους μελετούν το ελλαδικό αριστερό φαινόμενο. Η επιβίωση και ο "εκσυγχρονισμός" των ακραίων απόψεων της πρωτόγονης περιόδου της ελλαδίτικης αριστεράς, αποτελεί ένα εντυπωσιακό γεγονός. Αποκορύφωμα της συγκεκριμένης προπαγάνδας του "Ιού" υπήρξε η παρουσίαση του Μικρασιατικού Ζητήματος, πενήντα χρόνια μετά τη μεγάλη τραγωδία. Ο χαρακτηρισμός της Μικράς Ασίας ως το "Βιετνάμ των Ελλήνων" απέδειξε ότι η ιστορική εμπειρία ελάχιστα επηρέασε τις ελλαδίτικες παλαιοκομμουνιστικές ομάδες. ΄Ετσι λοιπον ο "Ιός", παραγνώρισε πλήρως την ύπαρξη ελληνικών πληθυσμών, αναπαρήγαγε πιστά την άποψη και στάση της αριστεράς του ΣΕΚΕ που προπαγάνδισε τότε στο μέτωπο την "απεργία πολέμου" (σύμβάλλοντας έτσι στην ήττα). Η άποψη του "Ϊού", πενήντα χρόνια μετά τη μικρασιατική τραγωδία, πλησίαζε πολύ την ιστορική ερμηνεία περί μικρασιατικού που έχουν και οι Γκρίζοι Λύκοι. Στο ατόπημα αυτό αντέδρασαν μόνο οι προσφυγικές οργανώσεις, οι οποίες πικρά διαπίστωσαν ότι οι ελλαδίτικη ακροαριστερά τους αντιμετώπιζε και στη δεκαετία του '90 μάλλον ως "Βιετναμέζους πρόσφυγες", εφ' όσον παραγνώριζε την τρισχιλιόχρονη παρουσία τους στις ιστορικές τους πατρίδες. Πρέπει να σημειωθεί ότι στη σημερινή Ελλάδα, περισσότερα από τρία εκατομμύρια άτομα κατάγονται από τους πρόσφυγες του 1922.
Με τον ίδιο τρόπο ο "Ιός" παρουσιάζει και όλα τα υπόλοιπα θέματα. Αυτό που θα επισημαίναμε ως απόδειξη της σύγχρονης αλλοτρίωσης της νεοελληνικής διανόησης, είναι ότι ο "Ιός", ο οποίος εκφράζει έναν ιδιότυπο αυριανισμό στα ιδεολογικά θέματα, χρησιμοποιώντας μια παιδαριώδη μεθοδολογία η οποία καλείται να εξυπηρετήσει προκατασκευασμένα συμπεράσματα, δεν έχει αντιμετωπίσει την κριτική από επιστήμονες και διανοούμενους, που έχουν επιστημονική συγκρότηση και εμφορούνται από δημοκρατικό πνεύμα.
Ας επιστρέψουμε όμως στο Βορειοηπειρωτικό και στην τύχη που του επιφύλαξαν. Δύο μόλις χρόνια πριν την κατάρρευση του ολοκληρωτικού καθεστώτος στην Αλβανία, οι ομοϊδεάτες της Singurimi είχαν μεγάλη δύναμη στην Ελλάδα, ειδικά στο χώρο που αποκλήθηκε "εξωκοινοβουλευτικός". Η αντίθεση στους προβληματισμούς για το Βορειοηπειρωτικό Ζήτημα και η υποστήριξη στο αλβανικό καθεστώς δεν περιορίστηκε μόνο στον ιδεολογικό χώρο. Με αφορμή την ομιλία του Μητροπολίτη Σεβαστιανού με τίτλο "Βόρειος Ηπειρος: Ενα άλλο απαρντχάϊντ" στο Αμφιθέατρο της Ιατρικής στο Γουδί τον Απρίλιο του 1989, μεγάλα επεισόδια ξέσπασαν στην περιοχή του "Πανεπιστημιακού Ασύλου". Διακόσιοι πενήντα κνίτες, αριστεριστές, μέλη της νεοφασιστικής "Οργάνωση Σοσιαλιστική Επανάσταση" (ΟΣΕ) απαγόρευσαν την εκδήλωση εφόσον δεν ήταν συμβατή με τις δικές τους ιδεοληψίες. Με κλόμπς, κράνη και λοστούς επιτέθηκαν ενάντια στους 1.000 περίπου φοιτητές που είχαν πάει να παρακολουθήσουν την εκδήλωση. Τα συνθήματα των "δημοκρατικών" νοσταλγών των Gulangs ήταν: "Τα αλβανικά σύνορα θα φτάσουν στη Λαμία", "Θάνατος στους εθνικιστές", κ.ά.
Όλα όσα έγιναν εκείνη τη φοβερή μέρα αποτελούν μνημείο για το πως διαμορφώθηκε η μεταπολιτευτική Ελλάδα. Με πλαστή απόφαση του Συλλόγου φοιτητών της σχολής έκοψαν το ρεύμα από το αμφιθέατρο σε μια πρώτη προσπάθεια ματαίωσης της εκδήλωσης. Οταν η εκδήλωση άρχισε με τη βοήθεια γεννήτριας, οι ομάδες κρούσης των άρχισαν να εκσφενδονίζουν πέτρες και τούβλα προς τα τζάμια του αμφιθεάτρου, τα οποία τραυμάτισαν στο κεφάλι αρκετούς από τους παρευρισκόμενους στην ομιλία. Την ίδια στιγμή άρχισε έφοδος στο κτίριο με αποτέλεσμα δύο σοβαρά τραυματισμένους και 18 ελαφρά. Τελικά, με την παρέμβαση των πρυτανικών αρχών διεκόπη η ομιλία του Σεβαστιανού ενώ η αστυνομία δεν παρενέβη λόγω του "Πανεπιστημιακού Ασύλου". Στη συνέχεια η κνίτικη μειοψηφία του Δ.Σ. του Συλλόγου Φοιτητών της Ιατρικής συνέταξε κατάπτυστο ψήφισμα, στο οποίο οι Βορειοηπειρώτες αποκαλούνταν "φασίστες" που δεν είχαν δικαίωμα να μπαίνουν στο πανεπιστήμιο και να κάνουν εκδηλώσεις.
Τα όσα έγιναν εκείνη την ημέρα ξεχάστηκαν βέβαια. Είναι γνωστό ότι ο ελληνικός λαός, είναι λαός που εύκολα λησμονεί. Μόνο που τα συμπεράσματα θα έπρεπε να εξαχθούν, έστω και αργά. Και τα συμπεράσματα αφορούν αυτή την μίζερη ελλαδίτικη Αριστερά, που στο όνομα μιας άλλης καλύτερης κοινωνίας, ήταν διατεθημένη να δεχθεί τα μεγαλύτερα εγκλήματα και τις μεγαλύτερες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Μιας Αριστεράς που κατάληξε να μοιάζει περισσότερο σε ομάδες απολογητών των στρατοπέδων συγκέντρωσης παρά σε ομάδες εμπνευσμένες από αρχές ισότητας και ελευθερίας.
Η παράδοση αυτή, που υπήρξε καθαρά αθηναιοκεντρικό γνώρισμα (μαζί με το νέφος, τις χωματερές, το κυκλοφοριακό, την άθλια δόμηση, την αλλοτρίωση κ.λπ.) εξακολουθεί υπάρχει. Οι ομάδες αυτές -που αποτελούν το οργανικό άλλο μισό των ακροδεξιών ομάδων τύπου "Χρυσή Αυγή"- παραμένουν και σήμερα εν ζωή, έστω συρρικνωμένες, με την ίδια παραδοσιακή ιεραρχική και καταπιεστική δομή, με τον ίδιο ιεχωβάδικο φανατισμό, με την ίδια αγωνία των καθοδηγητών να βρουν νέους οπαδούς. Επιβιώνουν ως γνήσιο συμπλήρωμα μιας αλλοτριωμένης κοινωνίας που παράγει πλέον μόνο εμπορεύματα. Παραμένουν εκεί για να μας θυμίζουν, ότι στην Ελλάδα υπήρχαν πολλοί που δήλωναν αντιφασίστες και δημοκράτες, υποστηρίζοντας παράλληλα με κάθε τρόπο τον ολοκληρωτισμό και την καταπίεση του ανθρώπου από την εξουσία. Ότι υπήρχαν πολλοί που δεν είπαν ποτέ κουβέντα για την καταπίεση στις κομμουνιστικές χώρες επιτρέποντας έτσι στις αντιδημοκρατικές ακροδεξιές ομάδες να μονοπωλούν την κριτική. Ότι υπήρχαν πολλοί που ονειρεύτηκαν για την Ελλάδα ένα τεράστιο στρατόπεδο αναμόρφωσης, σαν κι αυτά που είχαν ιδρύσει οι Κόκκινοι Χμερ. Τελικά οι ένοχοι δεν ήταν μόνο οι Αλβανοί και οι Σταλινικοί δεσμοφύλακες!
Η αμνησία που χαρακτηρίζει τον ελληνικό λαό, η αδυναμία απεμπλοκής της κοινωνίας από την κομματική κηδεμονία, η παράδοσιακή κυριαρχία της ιδεολογίας πάνω στην κοινωνία, η διατήρηση των γραφειοκρατικών ηγεσιών των ελλαδίτικων ακροαριστερών ομάδων και η περιχαράκωσή τους πίσω από τον πιο σκληρό πυρήνα της ιδεολογίας τους, καθώς και η αδυναμία των ελληνικών κοινωνικών ομάδων (ειδικά των προσφυγικών, όπως οι Πόντιοι, οι Βορειοηπειρώτες, οι Μικρασιάτες, οι Ανατολικοθρακιώτες, οι Μοναστηριώτες, οι Κύπριοι κ.ά.) που ιστορικά βίωσαν την κυριαρχία του ελλαδισμού πάνω στον ελληνισμό να εκφράσουν κεντρικά το δικό τους λόγο, οδήγησε στην επανάληψη αντίστοιχων με το 1989 γεγονότων. Το Δεκέμβριο του 1996 στα Γιάννενα έγιναν και πάλι επεισόδια κατά τη διάρκεια εκδήλωσης της ΔΑΠ στο αμφιθέατρο του Πανεπιστημίου με τίτλο "Βόρεια Ήπειρος: Συρρίκνωση ή αναγέννηση". Οι προπηλακισμοί κατά των ομιλητών έγιναν από μέλη των οργανώσεων Νέο Αριστερό Ρεύμα (ΝΑΡ) και ΟΣΕ. Οι οργανώσεις αυτές, επέβαλαν τη σιωπή με τη βία. Το βασικό τους σύνθημα ήταν: "Είμαστε τσιγγάνοι, μωαμεθανοί, Τούρκοι, προβοκάτορες και φιλοαλβανοί". Μισή ώρα κράτησαν οι συγκρούσεις στο χώρο της εκδήλωσης καταφέρνοντας τελικά να επιβάλουν τη σιωπή στον πανεπιστημιακό μικρόχωρο. Είναι τραγικό να παραμένουν το 1997 ζητούμενα τα αιτήματα του διαλόγου και της ελεύθερης διακίνησης των ιδεών. Τη λύση βέβαια πρέπει να τη δώσει το ίδιο το φοιτητικό κίνημα, ορίζοντας με σαφήνεια τα όρια ανοχής απέναντι σε ολοκληρωτικά δομημένες νεοφασιστικές οργανώσεις -οι οποίες υπάρχουν ένθεν και ένθεν- ο αντίλογος των οποίων στις ιδέες παραμένει η βία.
No comments:
Post a Comment